Translate

Πέμπτη 18 Οκτωβρίου 2012

Η οικονομική καταστροφή της Ελλάδας και οι νόμιμες απαιτήσεις επανορθώσεων


Ομιλία του καθηγητή Οικονομικής Ιστορίας
του Πανεπιστημίου Πειραιά
Αθανασίου Καλαφάτη


Ι. Η Δημιουργία του Κατοχικού Δανείου

Η εισβολή του Γερμανικού Στρατού στην Ελλάδα σημαίνει και την «εισβολή στην Ελληνική Οικονομία». Η κάλυψη των αναγκών
συντήρησης των γερμανικών στρατευμάτων και των πολεμικών επιχειρήσεων επιχειρείται, σε μια πρώτη φάση, να καλυφθούν με
την έκδοση χαρτονομίσματος των ιταλικών και γερμανικών Αρχών Κατοχής, που ανταλλάσσονται με ελληνικές δραχμές.

Η πρακτική αυτή θα ισχύσει ως τις 18 Ιουλίου 1941,
οπότε θα επέλθει συμφωνία μεταξύ των δυνάμεων κατοχής και της κατοχικής ελληνικής κυβέρνησης. Με τη συμφωνία αυτή η κάλυψη των αναγκών των Αρχών Κατοχής θα αντιμετωπίζεται με προκαταβολές σε δραχμές, που θα εκδίδονται από την Τράπεζα της Ελλάδος, το δε ποσόν εξαγοράς θα θεωρείται ως επιστροφή και μείωση του χρέους από τις Αρχές Κατοχής.

Σε εκτέλεση της συμφωνίας αυτής ορίστηκε όπως το Ελληνικό Κράτος καταβάλει στο Στρατό Κατοχής 3 δισεκατομμύρια το μήνα για τις δαπάνες Κατοχής. Τα ποσά που τελικά καταβλήθηκαν από τον Αύγουστο του 1941 ως το τέλος Δεκεμβρίου του ιδίου έτους ήταν κατά πολύ μεγαλύτερα από ό,τι όριζε η σχετική συμφωνία.

Σύμφωνα με τον καθηγητή Π. Δερτιλή, στο διάστημα αυτό καταβλήθηκαν από την Τράπεζα Ελλαδος 20 δισεκατομμύρια δραχμές, χωρίς να υπολογισθούν οι δαπάνες των Αρχών Κατοχής που καλύπτονταν από τον ελληνικό προϋπολογισμό.

Και αυτή η υπέρβαση ενός ποσού υψηλά καθοριζόμενου από τη συμφωνία, λάμβανε χώρα όταν η Ελληνική Οικονομία αδυνατούσε να καταβάλει ένα ποσό ανώτερο από 200 εκατομμύρια το μήνα και όταν, επιπλέον, τα έσοδα του τρέχοντος προϋπολογισμού, δηλαδή του έτους 1941- 42 δεν υπερέβαιναν τα 12 δισεκατομμύρια, 9 από τα οποία θα κάλυπταν τις πληρωμές των δημοσίων υπαλλήλων.

Άλλωστε η Ελληνική Οικονομία είχε ήδη υποστεί τις αρνητικές συνέπειες του πολέμου και των πρώτων μηνών της Κατοχής.
Το 1941 το εθνικό εισόδημα υπολογίζονταν σε 25 δισεκατομμύρια πραγματικές δραχμές προπολεμικές, όταν το 1939 είχε φθάσει τα
60 δισεκατομμύρια.


Αυτή η επαχθής επιβάρυνση της Ελληνικής Οικονομίας, με τους φοβερούς κοινωνικούς αντικτύπους της, θα ωθήσει την κατοχική ελληνική κυβέρνηση να ζητήσει την παρέμβαση του Γ´ Ράιχ. Όμως τα αιτήματα αυτά δεν βρίσκουν ανταπόκριση και οι προκαταβολές αυξάνονται, με συνέπεια να αυξάνεται παραπέρα ο πληθωρισμός.

Τελικά, η ολοένα και μεγαλύτερη επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης –και, κατ’ επέκταση, της κοινωνικής– θα οδηγήσει στη συμφωνία της 14ης Μαρτίου 1942.

Η συμφωνία αυτή έγινε στη Ρώμη και την υπέγραψαν οι κυβερνήσεις της Γερμανίας και της Ιταλίας. Τη λύση για την άρση του αδιεξόδου πρότεινε ο Ιταλός τραπεζίτης και οικονομικός πληρεξούσιος της Ιταλίας στην Ελλάδα Ντ’ Αγκοστίνι. Με βάση τη συμφωνία αυτή, οι κατά μήνα αναλήψεις που θα υπερβαίνουν το όριο του 1,5 δισεκατομμυρίου δραχμών, που αντιπροσωπεύουν τα έξοδο Κατοχής, θα χρεώνονταν στην Ελλάδα ως δάνειο προς
τη Γερμανία και την Ιταλία.


ΙΙ. Πολιτική οικονομικού σφετερισμού και επιπτώσεις

Ο σκοπός των καθεστώτων κατοχής συνίστατο στην οικονομική πολιτική της «απόσπασης». Έτσι, βασική αρχή στην οποία προχώρησε η οικονομική διαχείριση των κατακτητών ήταν η μεγαλύτερη δυνατή οικειοποίηση και χρήση των αναγκαίων πόρων από την Ελλάδα.
Η πολιτική αυτή οδηγεί στην επίταξη και κατάσχεση των αποθεμάτων και των παραγωγικών μέσων της χώρας.

Για την πραγματοποίηση των τελευταίων, απαιτούνται μέτρα και μέθοδοι που θα συμβάλλουν στην απόσπαση των κρυμμένων αποθεμάτων, στη σύλληψη της νέας παραγωγής και στην κινητοποίηση της εργασίας. Η επίτευξη των δύο πρώτων στόχων απαιτεί συνεργασία με τον κατακτητή, που γίνεται δυνατή κάτω
από την παροχή χρηματικών αμοιβών. Έτσι, στην αρχή της κατοχής, οι κατακτητές κάνουν χρήση μεγάλης ποσότητας χρήματος για να διευκολύνουν τους συνεργάτες τους και να παρακάμψουν τις δυσκολίες της επίταξης, αγοράζοντας τα αναγκαία αγαθά με το εκδιδόμενο από αυτούς χαρτονόμισμα.

Με τη συμφωνία της 14ης Μαρτίου 1942, θεσμοποιείται παραπέρα αυτός ο τρόπος απόσπασης αγαθών και παραγωγικών πόρων.
Οι ολοένα μεγαλύτερες αντιστάσεις στην επίταξη –αντιστάσεις που συνδέονται με την  ενδυνάμωση του αντιστασιακού κινήματος–
και οι επαυξανόμενες ανάγκες των γερμανικών επιχειρήσεων ωθούν σε επέκταση των δαπανών κατοχής και των πιστώσεων.

Τον Δεκέμβριο του 1942 οι ετήσιες συνολικές δαπάνες κατοχής και πιστώσεις, ανερχόμενες σε 150.000 δισ. δραχμές, θα έχουν επταπλασιαστεί, σε σχέση με τις συνολικές δαπάνες του έτους 1941· τον Δεκέμβρη του 1943 θα έχουν δεκαπενταπλασιαστεί, ανερχόμενες σε 310.000 δισ. δραχμές και τον Σεπτέμβριο του 1944 θα έχουν εξηνταπλασιαστεί –πάντα σε σχέση με το σύνολο του 1941– ανερχόμενες σε 1.130.000 δισ. δραχμές.


Οι δαπάνες αυτές καλύπτονται από νέας κοπής χρήμα και σ’ αυτές προστίθενται και οι δαπάνες του Ελληνικού κράτους, προκαλώντας έτσι μεγάλη επιβάρυνση της νομισματικής κυκλοφορίας πάνω στις τιμές.
Η αύξηση της νομισματικής κυκλοφορίας συνεπάγεται έτσι υποτίμηση της δραχμής που, με τη σειρά της, επιδρά στην κατανομή του εισοδήματος και θίγει πρώτιστα τους μισθωτούς και τους εργάτες. Την ίδια στιγμή η απόκρυψη των αγαθών και ο έλεγχος οδηγούν στη μαύρη αγορά, μέσα και γύρω από την οποία νέα
κοινωνικά στρώματα αναδεικνύονται και άλλα υποχωρούν, καθώς αγοραστές σ’ αυτή την αγορά είναι οι συνεργάτες των κατακτητών
και οι αγοραστές τροφίμων, που ρευστοποιούν τις περιουσίες τους.

ΙΙΙ. Οι υπολογισμοί του Κατοχικού Δανείου

Από την επισκόπηση της σχετικής βιβλιογραφίας διακρίνουμε τους υπολογισμούς, που έχουν γίνει από τους καθηγητές Π. Δερτιλή,
Α. Αγγελόπουλο, Τράπεζα της Ελλάδος και Σπύρο Χατζηκυριάκο, υποδιοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος στα χρόνια της Κατοχής.

Το 1964 ο Σπύρος Χατζηκυριάκος θα υπολογίσει, με τη βοήθεια γερμανικών στοιχείων, τις προκαταβολές λίγους μήνες πριν από το τέλος του πολέμου σε 38 εκατομμύρια λίρες.

Κατά τον Α. Αγγελόπουλο, το ποσό αυτό θα ανέλθει στο τέλος του
πολέμου σε 45 εκατομμύρια λίρες ή 4.050 εκατομμύρια δολάρια, από τα οποία 3.500 εκατομμύρια αφορούν προκαταβολές προς
τη Γερμανία. Το ποσό αυτό, ανατοκιζόμενο με 3%, απέδιδε το 1991, σύμφωνα πάντα με τον Α. Αγγελόπουλο, το ποσό των 13 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Το ποσό αυτό γίνεται δεκτό και από νεότερους ερευνητές. Κατά μια άλλη πρόσφατη εκτίμηση, το ποσό του Κατοχικού δανείου σε σημερινές τιμές είναι 18 δισεκατομμύρια δολάρια.

IV. Οι υπολογισμοί των Πολεμικών Επανορθώσεων

Οι πολεμικές επανορθώσεις, σύμφωνα με τον καθηγητή Α. Αγγελόπουλο, αφορούν τις καταστροφές (ζημιές) που προξένησε
ο κατακτητής στον υλικό και τεχνικό πλούτο και το γενικότερο οπλισμό της χώρας. Άλλοι μελετητές ενσωματώνουν στο ποσό αυτό ό,τι αφαίρεσε και λήστεψε από τον εθνικό πλούτο ο κατακτητής.

Μερικοί ακόμη υπολογίζουν τις ζημιές στο έμψυχο εθνικό κεφάλαιο και στο εθνικό εισόδημα, όπως και τις ζημιές από την καθυστέρηση
των αποζημιώσεων, ενώ σε ορισμένες εκτιμήσεις συμπερι-λαμβάνονται μόνο οι θετικές ζημιές και σ’ άλλες υπολογίζονται και οι
μελλοντικές συνέπειες από τις ζημιές.

Εκτιμήσεις συστηματικές για το σύνολο των ζημιών αυτών δεν έχουμε. Από την επισκόπηση της σχετικής βιβλιογραφίας έχουμε τους παρακάτω υπολογισμούς, που άλλοι αναφέρονται στο σύνολο των απαιτήσεων και άλλοι στην περίοδο της Κατοχής.

Οι υπολογισμοί του Α. Μπακάλμπαση, το 1945

Οι εκτιμήσεις αυτές αναφέρονται σε όλες τις πολεμικές ζημιές (υλικός εθνικός πλούτος, έμψυχο εθνικό κεφάλαιο, μειώσεις εθνικού εισοδήματος, καθυστέρηση επανορθώσεων) για την περίοδο της Κατοχής και ανεβάζουν το συνολικό ποσό των ζημιών σε 1.138 εκατομμύρια χρυσές λίρες Αγγλίας σε προπολεμική αγοραστική δύναμη.

Εκτιμήσεις της Ελληνικής Υπηρεσίας Δημοσίων Έργων το 1944 για την περίοδο της Κατοχής
Πρόκειται για πρόχειρη εκτίμηση, που υπολογίζει τις συνολικές ζημιές σε 1 δισεκατομμύρια χρυσές λίρες.

Υπολογισμός του Α. Αγγελόπουλου, το 1946
Οι εκτιμήσεις αυτές υπολογίζονται μόνο στον υλικό πλούτο και σε ζημιές θετικές για την περίοδο της Κατοχής. Οι ζημιές αυτές διακρίνονται α) σε ζημιές τεχνικού πλούτου, β) σε ζημιές γεωργικού πλούτου και γ) σε ζημιές έργων και μέσων ασφαλείας της χώρας.  Το σύνολο των ζημιών, σύμφωνα με αυτούς τους υπολογισμούς, ανέρχεται σε 3.172 εκατομμύρια δολάρια.

Εκτίμηση-δήλωση του Α. Σμπαρούνη το 1946 στο Παρίσι: Σύμφωνα με αυτήν, οι συνολικές επανορθώσεις ανέρχονται σε     12 δισεκατομμύρια αγοραστικής αξίας 1938.

Πέρα από τους υπολογισμούς, η «Διασυμμαχική Επιτροπή», η οποία συνήλθε στο Παρίσι στις 14 Ιανουαρίου 1946 για το διακανονισμό των γερμανικών επανορθώσεων, αναγνωρίζει ως οφειλή της Γερμανίας προς την Ελλάδα το ποσό των 7,1 δισεκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ αγοραστικής αξίας 1938.


Νεότεροι υπολογισμοί: Με βάση τις προηγούμενες εκτιμήσεις και με πρόσθετα στοιχεία, άλλοι ερευνητές υπολογίζουν τις επανορθώσεις και μόνο για τις θετικές ζημιές σε 8,21 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ αγοραστικής αξίας 1938, που, ανατοκιζόμενα με 3%, ανέρχονται σήμερα σε 40 δισεκατομμύρια δολάρια.


Άλλος υπολογισμός: Σε νεότερες προσεγγίσεις, που επιχειρούνται στο βιβλίο του Μ. Κωστόπουλου Ένας πόλεμος που δεν έληξε ακόμη, παρουσιάζονται νέα στοιχεία, που δείχνουν ότι το 1944 οι ζημιές υπερβαίνουν το αναφερόμενο προηγούμενο των 8,21 δισ. δολαρίων σε τιμές 1938 και φθάνουν σήμερα τα 61 δισεκατομμύρια δολάρια.

Σήμερα οι ελληνικές απαιτήσεις για πολεμικές επανορθώσεις περιλαμβάνουν πέντε κατηγορίες: 

α) Απαιτήσεις Α´ Παγκοσμίου πολέμου,
β) Απαιτήσεις περιόδου ουδετερότητας,
γ) Απαιτήσεις για καταστροφές Β´ Παγκοσμίου πολέμου,
δ) Επιστροφή αρχαιολογικού Θησαυρού και
ε) Λοιπές απαιτήσεις.
Στις λοιπές απαιτήσεις περιλαμβάνονται και αποζημιώσεις για τα θύματα της ναζιστικής τραγωδίας.

Σύμφωνα με το Υπουργείο Εξωτερικών, για την περίοδο του Α´ Παγκοσμίου πολέμου, οι απαιτήσεις είναι 260 εκατομμύρια
δολάρια ΗΠΑ, για την περίοδο ουδετερότητας 153 εκατομμύρια δολάρια, για την περίοδο του Β´ Παγκοσμίου πολέμου, 7,1 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ 1946.

V. Συμπεράσματα
Από τη συνοπτική αυτή ανάλυση διαπιστώνονται τα ακόλουθα:

Το Κατοχικό δάνειο, με τη μορφή των προκαταβολών της Τράπεζας της Ελλάδος στις Αρχές Κατοχής, έχει συμβάλει αποφασιστικά στη νομισματική αποσταθεροποίηση της χώρας, που δεν μπόρεσε να ξεπερασθεί με τη νομισματική διαρρύθμιση της 11ης Νοεμβρίου 1944, και έχει συντελέσει στην επαύξηση των θυμάτων του πολέμου και της πείνας.

Ταυτόχρονα, μέσω του πολεμικού υπερπληθωρισμού –κυρίως την περίοδο 1943-1944– αναδείχθηκε ένα ιδιαίτερο κοινωνικό στρώμα, «οι πλουτίσαντες από τον πληθωρισμό», στρώμα που επέβαλε αρνητικούς κανόνες οικονομικής συμπεριφοράς και κληροδότησε σημαντικές καθυστερήσεις και αγκυλώσεις στην ελληνική κοινωνία.

Η μορφή οικονομικού σφετερισμού, που επέβαλαν οι γερμανικές Αρχές Κατοχής, αποτέλεσε πλαίσιο εντός του οποίου έγινε η καταλήστευση του εθνικού πλούτου και οδήγησε στο Κατοχικό δάνειο. Αυτή η πολιτική δεν έχει προηγούμενο στη φιλολογία των κατεχομένων οικονομιών, είναι έξω από τα ισχύοντα διεθνή νόμιμα
και επιστρέφει την ανθρωπότητα στα συμβαίνοντα ακόμη και πριν από τους ναπολεόντειους πολέμους.

Οι πολεμικές επανορθώσεις διαχωρίζονται τελείως από το Κατοχικό δάνειο. Για τις μεθοδεύσεις και τα πρακτικά μέτρα, τα αναγκαία για τις διεκδικήσεις των ελληνικών αιτημάτων, υπάρχουν σήμερα αποτιμήσεις των συνολικών αποζημιώσεων, που μπορεί να αποτελέσουν μια πρώτη βάση, συμπληρωμένες με νέες εκτιμήσεις.


Τελειώνοντας, θα ήθελα να υπογραμμίσω τα παρακάτω:

Το αίτημα για την επιστροφή του Κατοχικού δανείου και της καταβολής των πολεμικών επανορθώσεων, εδραζόμενο στην πάγια αρχή του διεθνούς δικαίου ότι «επιβάλλεται στην εισβάλουσα χώρα Κατοχής, που προκαλεί ζημιές, να τις επανορθώσει», μπορεί να τύχει μιας καθολικής αποδοχής από τους ανθρώπους καλής θέλησης, σ’ όλο τον κόσμο και μέσα στην ίδια τη Γερμανία, αποτελώντας μια ηθική δικαίωση στον αγώνα για το σεβασμό των δικαιωμάτων των
μικρών λαών.

Η ικανοποίηση αυτού του αιτήματος αποτελεί ακόμη ένα φόρο τιμής για τους Έλληνες πολίτες που θυσιάστηκαν στο Β´ Παγκόσμιο πόλεμο.

--------------
Charmy.gr  
Το charmy.gr ήρθε για να ταράξει τα νερά στο online fashion shopping.Μοναδικές χειροποίητες δημιουργίες και αξεσουάρ μάδας όπως βραχιόλια, κολιέ, δαχτυλίδια σκουλαρίκια, τσάντες , φουλλάρια ακόμα και γυαλιά ηλίου σε τιμές που δεν τα έχετε ξαναδεί!! 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου